Ο Αλέξαντρος Παπαδιαμάντης, η μεγάλη
ψυχή, δεν είχε, λεν όσοι είδαν, να φορέσει
λουρί, γι’ αυτό κι εκείνος έδενε τη μέση
μ’ ένα σκοινί, σα διακονιάρης. Όταν πάλι
του’διναν τσάι ευρωπαϊκό σε σπίτι ξένο,
δεν το’παιρνε, γιατί δεν το’χε μαθημένο.
Φεύγοντας ύστερη φορά για τ’ ακρογιάλι
(πενήντα περασμένα κι είχε καταπέσει)
τον πήρε το παράπονο, έκλαιε, πώς να μη μπορέσει
τ’ αγόρι τ’ αδερφού του κάπου να το βάλει.
«Αχ, όπως ήρθα στην πατρίδα μου πηγαίνω»
κρυφοτρεμούλιαζε τ’ αχείλι πικραμένο.
Τίποτε δεν τους λείπει αυτών που γράφουν τώρα·
κι όμως τη χάρη ποιος την έφτασε εκεινού;
Κανένας άλλος, όση και να πάρει φόρα,
δε σώνει το χαλκά να πιάσει τ’ ουρανού.
ΣΙΓΑΝΗ ΦΩΤΙΑ (1938)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου