Μπροστά μου υψωνόταν αγέρωχο το πανάρχαιο δέντρο με τη χαλκοπράσινη φυλλωσιά. Μια βραχνή φωνή αντήχησε μες στην ψυχή μου.
Έπεσα στα γόνατα. Καθώς προσευχόμουν, είδα τα χέρια μου, τα απλωμένα ικετευτικά, να φεύγουν απ' τους ώμους μου και σαν περιστέρια να περνούν ψηλά φτερουγίζοντας και να χάνονται μέσα στα φουντωμένα κλαδιά πού σκιρτούσαν.
Ε.Χ.ΓΟΝΑΤΑΣ : ΤΟ ΒΑΡΑΘΡΟ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου