Πόσο εφιαλτικά απομακρύνομαι και φεύγω
με τό ‘να πόδι στον ουρανό, στο θάρρος,
και τ’ άλλο στου Δεκέμβριου τη φούχτα, θράσος,
πόσες ώρες μετά, πόσα χρόνια μετά
και τώρα, απέναντι, της λήθης ποτάμι θολό•
ψέματα -
άργησα τόσο νά ‘ρθω πίσω, γιατί δεν έφυγα ποτέ
απ’ το χωνευτήρι της θάλασσας, όπου το χέρι πάει μόνο του,
λίγο μετά ή λίγο πριν απ’ την καισάρισσα σιωπή
Τ’ αυτοκίνητα σαρώνουν τους δρόμους
με τα φώτα τους, σφυρίζοντας
Η σκιά μου προσπαθεί να μου κρυφτεί -
καμιά φορά το πετυχαίνει•
αλλά σαν προσπαθήσω εγώ για να χαθώ,
μάταιος θα ‘ν’ ο κόπος
Όχι•
δεν αρνούμαι τη μετάνοια,
αλλά ούτε θα μετανοώ και για την άρνηση
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου