Πού ήσουν, ζαρώνοντας αδιάφορα το μέτωπο
όταν μοίραζαν τους μπαλντάδες;
Ξάνοιγέ την τώρα να φεύγει
στο φιδόσυρτο άρμα
κ' εσύ ένα οροπέδιο γυμνό
να σε σημαδεύουν από απέναντι με τα δίκανα
σαν πάσσαλο μελλοθανάτων.
Ο λυγμός σου τεράστιο λιθάρι
πήρε τα σοκάκια
πόρτες παράθυρα διάπλατα, μας πνίγει
μαζί του μοιραζόμαστε το ψωμί
και κάθε βράδυ συνοδεύει
το χρυσόμαλλο δέρας που ξεμακραίνει
μες στην καταιγίδα.
ΣΧΙΣΤΟΛΙΘΟΙ, 1984
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου