Δευτέρα 18 Ιανουαρίου 2016

Σταύρος Τσιώλης & Χρήστος Βακαλόπουλος: Παρακαλώ, γυναίκες, μην κλαίτε








"Ποτέ δεν θα ξεχάσω την βραδιά που, καλεσμένοι στο σπίτι της Άννας και ακροβολισμένοι σε καναπέδες και πολυθρόνες, ακούσαμε το σενάριο του Παρακαλώ, γυναίκες, μην κλαίτε. Διάβαζε ο Χρήστος και, κατά την περίπτωση, "ερμήνευε" κιόλας. Αν και είχα πάει κάπως δύσθυμος μια και την κωμωδία την θεωρώ πολύ δύσκολο είδος, κατάλληλο μόνο για μεγάλους δεξιοτέχνες γελούσα αυθόρμητα όλη την ώρα της ανάγνωσης. Ο Βακαλόπουλος πρέπει να ευχαριστήθηκε και πιο πολύ εμείς, που η παράσταση έκλεισε μέσα σε τρανταχτά γέλια, "μπράβο" κι ένα κλίμα ανυπόκριτης ευφορίας. Είχαν καταφέρει μαζί με τον Τσιώλη να γράψουν ένα πραγματικά κωμικό σενάριο με τα όλα του.".

(Από το "Γειά σου, Ασημάκη" του Κωστή Παπαγιώργη, σελίδα 116, εκδόσεις Καστανιώτη, τρίτη έκδοση).


1:13:16: "Δεν ήταν ο ταμαχιάρης που σκοτώνεται στη δουλειά, που τσακίζεται για να κάνει κάτι. Συγκεκριμένα, δεν τον θυμάμαι ποτέ κατάκοπο, μπαϊλντισμένο, πτώμα που λένε. Διατηρούσε πάντα την άνεση ενός εστέτ, που, επειδή έχει περιορίσει τα λάθη, έχει περιορίσει και τις προσπάθειες. Φυσικά, δεν του έλειπαν οι βδομάδες που κλεινόταν μέσα για να γράψει. Αλλά και τα χειρόγραφά του, απ' ό,τι έμαθα, δεν ήταν παιδεμένα τεφτέρια. Όταν άρχιζε, τραβούσε ίσια μπροστά. Γενικά, θα πρέπει να ζούσε με τους ρυθμούς που μιλούσε, γι' αυτό μου φάνηκε παράξενο όταν στο Παρακαλώ, γυναίκες, μην κλαίτε τον είδα να τρέχει κρατώντας τη βαλίτσα της Μασκλαβάνου.".

(Σελίδα 47 από το "Γειά σου, Ασημάκη" του Κωστή Παπαγιώργη, εκδόσεις Καστανιώτη, τρίτη έκδοση).


" - Πώς έγινε και γράψατε το σενάριο (του Παρακαλώ, γυναίκες, μην κλαίτε) μαζί οι δυο σας;
- Σήμερα σκέφτηκα το εξής: Καμιά φορά έχεις στο μυαλό σου κάποια σενάρια και δεν ξέρεις αν ποτέ θα γίνουν ταινία. Όμως να, αυτή τη φορά κάναμε αυτό που θέλαμε. Πολλές φορές μέσα στο μυαλό σου διαχωρίζεις τα σχέδια που θα γίνουν πρακτικά κι αυτά που θα παραμείνουν στο πλαίσιο της ουτοπίας. Ε, εδώ αυτό έγινε. Η ουτοπία μας έγινε πραγματικότητα. Γιατί αυτή την ιστορία τη συζητάγαμε πολλά χρόνια, δεν πιστεύαμε ποτέ ότι θα την κάνουμε ταινία...
 Αυτό που με εντυπωσίασε ήταν η εγκατάσταση των δυο εκεί (στον περίβολο της εκκλησίας, στη Στεμνίτσα Αρκαδίας). Ναι, είπα πως αν ο Θεοφάνης κι ο Θεοδόσης μετακόμιζαν για τα καλά, θα αποκτούσε τεράστιο ενδιαφέρον, γιατί αυτόματα θα έκαναν την εκκλησία χώρο ζωής και θα έβγαζαν έξω την κρυμμένη ουσία αυτού του χώρου. Εμένα, έτσι κι αλλιώς, πάντα με απασχολούσε το θέμα των εξωτερικών χώρων που είναι επιπλωμένοι σαν εσωτερικοί.
- Όπως οι δικές σου Βεράντες, ας πούμε ή η ταράτσα στην Όλγα Ρόμπαρντς.
- Ακριβώς. Μετά μου άρεσε αυτός ο περίβολος της εκκλησίας πάνω από το χωριό, σαν ταράτσα στο διάστημα...
- Μου κάνει εντύπωση που ο Θεοφάνης (Μπακιρτζής) βλέπει το ωραίο αντικείμενο του πόθου τη χήρα απέναντι μέσα από ένα τηλεσκόπιο, κι όλα αυτά συμβαίνουν σε μια εποχή όπου, κινηματογραφικά τουλάχιστον, απεικονίζουμε την ομορφιά ή τη βία μέσα από τη βιντεοκάμερα. Εσείς, σε μια εποχή συνουσίας με το βίντεο, ξεθάψατε το τηλεσκόπιο από τα μουσεία...
- Μα κινηματογραφικά αυτό κάνει κι ο Ατόμ Εγκογιάν. Πάντα ένα βίντεο κυριαρχεί στις ταινίες του, αλλά αυτό σημαίνει και το θάνατο του κινηματογράφου, γιατί εγώ πιστεύω πως το σινεμά δεν έχει σχέση με την εικόνα, έχει σχέση με τη ζωή. Και στο παρελθόν αυτό ήταν το όπλο του κινηματογράφου. Οι θεατές δεν έβλεπαν ποτέ εικόνα, με το βίντεο αρχίζουν και βλέπουν εικόνες, σκέφτονται με τις εικόνες. Συνέβαινε κάτι παρόμοιο και με τις αγιογραφίες, επί βυζαντινής αυτοκρατορίας, δηλαδή ο κόσμος θαύμαζε το πρωτότυπο. Τώρα βέβαια τον σκηνοθέτη τον απασχολούσε πολύ η εικόνα, αλλά μόνο αυτόν. Όχι τους θεατές...
Εδώ μιλάμε για πράγματα που χάνονται, κι αυτό είναι το τηλεσκόπιο. Το πρόλαβες; Είσαι εντάξει. Το βίντεο είναι το ψυγείο των εικόνων...
- Η ταινία σας, αγαπητοί, είναι ένα μεγάλο χαστούκι για όλους εμάς που ζούμε στη μεγάλη πόλη. Ένας ύμνος στη ζωή, ενάντια στους ρυθμούς του άστεως.
- Η ταινία αποδεικνύει ότι υπάρχει πραγματική ζωή αλλού, ενώ η πόλη ισχυρίζεται το αντίθετο, ότι δηλαδή δεν υπάρχει τίποτα, κι αυτό είναι ο Εγκογιάν. Αυτό πλασάρεται κι από τη μόδα των φεστιβάλ και, παρ' όλο που θα στεναχωρήσω διάφορους, θα πω ότι αυτοί ισχυρίζονται πως τα πάντα έχουν καταστραφεί. Λένε πως το μόνο που μας έμεινε είναι το "μάτι" ή μια κάμερα. Όχι, δεν είναι έτσι, εμείς λέμε το αντίθετο: υπάρχουν άνθρωποι, και το αποδεικνύουμε μέσω ενός βοσκού, του Νικόλα Κέκκου, ο οποίος μάλιστα αποτελεί και παραγωγό τροφής για όλους αυτούς της πόλης. Τί θα πουν δηλαδή όλοι αυτοί που λένε ότι η ζωή δεν ζει; Ότι ο Νικόλας Κέκκος είναι ερήμην; Αφού υπάρχει!
- Δηλαδή τί πρέπει να κάνουμε όλοι εμείς οι τυφλοπόντικες της πόλης;
- Να γυρίσουμε πίσω.
- Πού;
- Εκεί...
- Το Παρακαλώ, γυναίκες, είναι ένα πρωτόγονο road movie;
- Όχι. Σιχαίνομαι τα road movies. Sky movie θα έλεγα...
Σινεμά, τ.31, Δεκέμβριος 1992


[Τους ηθοποιούς] μας τους προσέφερε η πραγματικότητα. Κι όλοι τους έπαιξαν όπως οι παλιοί κωμικοί στις ελληνικές ταινίες. Έπαιξαν τον εαυτό τους. Και χαίρονταν γι' αυτό. Ο βοσκός, για παράδειγμα, όταν τελείωνε μια λήψη και λέγαμε "ωραία, την κρατάμε", χόρευε τσάμικο! Συμβαίνει το εξής: Μέσα στον κόσμο υπάρχουν άπειροι ηθοποιοί. Αυτοί που παίζουν, αντίθετα, είναι αποκομμένοι, απομονωμένοι. Οι πραγματικοί ηθοποιοί είναι αυτοί που δεν παίζουν...
"Ε" Ελευθεροτυπίας, 22-11-1992

 Δεν υπάρχει "θρησκευτισμός" στην ταινία. Αντιλαμβανόμαστε τον κινηματογράφο ως μια τέχνη οντολογική. Η ύπαρξη των ανθρώπων και των πραγμάτων κι όχι η ερμηνεία τους αποτελεί γι' αυτό τον κινηματογράφο το μεγαλύτερο θαύμα και το μεγαλύτερο αίνιγμα. Να αποκαλύψουμε λοιπόν ζωντανές πραγματικότητες και να φέρουμε στο φως ανθρώπινα όντα. Αυτή είναι η άποψη που καθορίζει και την ανάγκη να κάνουμε κινηματογράφο. Σκέψη που με μια πρώτη ματιά μπορεί να αποδοθεί ως "ρομαντισμός" και "νεοορθοδοξία", αλλά με μια πρώτη ματιά...Υπηρετούμε έναν κόσμο που μοιάζει να χάνεται και που πολλοί άνθρωποι αρνούνται την ύπαρξή του και τον πολιτισμό του. Εμείς πιστεύουμε πως την Ελλάδα την "κρατάει" αυτός ο κόσμος. Και συνεχίζει να ζει παρά το ότι ο υπόλοιπος κόσμος τον μάχεται, τον κατηγορεί και τον συκοφαντεί.
Η Καθημερινή, 16-1-1993

 Εκείνο που έχει γίνει φανερό είναι ότι πρέπει να ασχοληθείς μ' αυτούς που είναι γύρω σου, και μάλιστα με το κρυφό, το υπόγειο κομμάτι τους -όχι το επιφανειακό με το οποίο ασχολείται η τηλεόραση. Αυτό λοιπόν διατηρεί τον κινηματογράφο: το να ασχολείται κανείς με το υπόγειο κομμάτι της ταυτότητάς του. Πόσες ταινίες μ' αυτό τον προβληματισμό είχαμε τα τελευταία είκοσι χρόνια; Τρεις, τέσσερεις, έξι; Ενώ έγιναν τόσες...
αντι-Κινηματογράφος, τ.3, άνοιξη 1993 ".

(Σελίδες 412 & 413 από το Βιβλίο "ΧΡΗΣΤΟΣ ΒΑΚΑΛΟΠΟΥΛΟΣ -Η ονειρική υφή της πραγματικότητας / Κείμενα για την επικοινωνία και τον πολιτισμό", βιβλιοπωλείον της Εστίας, Αθήνα 2005).


Τα ανωτέρω αποσπάσματα ανήρτησε στα σχόλια της ταινίας στο YouTube, ο χρήστης Christos Dafopoulos.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου