Τώρα, ουρανέ μου, βρόντησε, τώρα, ουρανέ μου, βρέξε,
ρίξε στους κάμπους τη βροχή και στα βουνά το χιόνι,
στου πικραμένου την αυλή τρία γυαλιά φαρμάκι·
το΄ να να πίνει την αυγή, τ΄ άλλο το μεσημέρι,
το τρίτο το πικρότερο στο δείπνο, όταν δειπνάει.
Στου πικραμένου την αυλή, ήλιος δεν ανατέλλει,
μόν΄ είναι πάντα συννεφιά και βασιλεύει αντάρα·
φυτρώνει ο πικραπήγανος, να τρών΄ οι πικραμένοι,
να τρών΄ οι μάνες τις κορφές κι οι αδελφές τους κλώνους,
γυναίκες των καλών αντρών να τον ξεθεμελιώνουν.
Πηγή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου