Πέμπτη 25 Μαρτίου 2021

Μιχάλης Κατσαρός: [Οροπέδιο, IV]


Μπήκα με άδεια τα χέρια στη σκήτη μου.

Τους καρπούς τώρα τους γεύεσαι γη - εγώ δεν υπάρχω.

Δεν ακούς πια τη φωνή μου - δεν ακούς

έχεις δικιά σου φωνή - δικά σου τα τείχη.

Φυτεύεις τα δέντρα - το στάρι ανθεί σε πελάγη.

Πάνω στο δικό μου το σώμα χτίζεις τις πόλεις.

Οι πόλεις έχουν δικό τους πια σώμα.

Καμιά σιωπή - λάμψη καμιά.

Περπατάς στους μεγάλους σου δρόμους

ζεύεις τους ποταμούς - τα βουνά

τρέχεις στα δάση

ανασταίνεις τους ήχους τους αυλούς τα νερά σε τραγούδια.


Τη νύχτα βγαίνω - κοιτάζω μακριά στο γιαλό

κοιτάζω βαθιά μες στα δάση

ανάβω μια μικρή φλόγα στη γη - ακούω τους ήχους

αυτούς που δεν θ' ακούσει πια κανείς - ακούω και τρέμω.

Ματώνω τα χέρια στους λόγγους - ματώνω τα γόνατα

-Το ρήγμα ψάχνω να βρω σ' αυτό το μπετόν-

το ρήγμα. -Στο σκουλήκι της γης την φλόγα υψώνω.


Τρέχω μέσα στη νύχτα

τρέχω με τ' άλογό μου

βάζω πασσάλους πάνω στα όρη - σημαδεύω

         τους δρόμους

ακούω ούρλιασμα λύκων -ακούω φωνές-

         ακούω βουή καταρράχτες

βιάζομαι

βιάζομαι

Πριν αλέκτωρ λαλήση

η νύχτα είναι μικρή - μεγαλώνει

ο άνεμος ετοιμάζει την έφοδο - οι φωνές

«κοίτα» - «τώρα» - «το άλλο βράδυ» -

         πρέπει και πάλι να σας μιλήσω.


Μην με κοιτάτε παράξενα.

Κανένας δεν με γνωρίζει;



ΟΡΟΠΕΔΙΟ (1950)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου