Δευτέρα 24 Ιουνίου 2019

Δ.Π. Παπαδίτσας: Τα παραμιλητά του Τιθωνού (7)




Ποιος με κοιτάει; ξυπνάει μέσα στο χνούδι μου ένα ρίγος
και του πουλιού είμαι η χόρταση στην αντηλιά
μες στη σιωπή μου αρχίζει η ανθοβολή και ο τρύγος
κι ο καρπός δένει στην ελιά.

Καμπύλο είναι το βλέμμα μου τ’ άστρο με τ’ άστρο ως δένει
και τ’ όνειρό μου μαγνητίζει φωτεινές τροχιές
είναι η φωνή μου με το ηλιόκαμα ζευγαρωμένη
κι ό,τι μου δίνει η κάψα μού το παίρνουν οι βροχές.

Ξέρεις ετοιμοθάνατο ον; το μυστικό είναι πως
ό,τι πεθαίνει μέσα μας έξω μας είναι φως.

* * *

Όλες οι αισθήσεις μου μαζί στον ήλιο αεροτρεμίζουν
σαν φύλλα που στο πέταγμά του τράνταξε ο ερωδιός
άρπα μονόχορδη το σώμα μου το φωτοαγγίζουν
τα ρημαγμένα ουρανοδάχτυλα της Ηώς.

* * *

Πέτα όπου θες, τι τά ’χεις τα νιοφύτρωτα φτερά
κι εντός σου έχεις τη δύναμη για να σηκώσεις και όρη
σ’ αγκάθια και σε βάτα μέσα αστραφτερά
γίγαντα η μέρα από ψηλά σ’ εκυοφόρει.

Νά ’σαι της νύχτας —ρώταγε η ερωτοδότρα αυγή—
νά ’σαι της νύχτας το ένστικτο κι η αγρύπνια;
κι αν η ψυχή σου λαχταράει μ’ ένα άσμα σου να βγει,
σαν Ενδυμίωνα σού ’δωσαν για θάνατο τα ενύπνια.

Ξέρεις ετοιμοθάνατο ον; Το μυστικό είναι πως
ό,τι πεθαίνει μέσα μας έξω μας είναι φως.

* * *

Είπα δεν έχω πια φωνή κι ούτε με φύτεψε ον
είναι σαν να με γέννησαν ερωτοανάσες θεών.

Ο καθείς έχει δυο φτερά για να πετά εδώ κάτου
ο θεός εχτές που τά ’δωκε τα θέλει αύριο δικά του.

Όσο πετάω και τραγουδώ ποτέ δεν θα πεθάνω
κι όλα αν αλλάζουν γύρω μου, εγώ στο δέντρο επάνω

θά ’μαι μονάχα μια φωνή στη φύση που απεκρίθη
ο κόσμος είναι ανάμνηση που αρχίζει από τη λήθη.


Νεβρόπολις Ταυρωπού
Καλοκαίρι 1984


ΤΟ ΠΡΟΕΟΡΤΙΟΝ (1986)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου