Στήθος βαθύ περιστεριού
άλλοτε χάραζεν ο τόπος·
είχα την όψη αγοριού
κι ήταν δικός σου όλος ο κόπος
Μετά σκοτείνιασε ο καιρός
κι έπρεπε εγώ να ξαγρυπνήσω
κι όπως την κάφτρα ο φρουρός
μες στις παλάμες να σε κρύψω.
Μα ήταν σα να περπατώ
κι όλο να βρίσκεσαι πιο πέρα –
κι όπως ο πάγος στο ποτό
όλο να λιώνεις στον αέρα…
Τώρα δεν ξέρω να σου πω
αν είναι χάραμα ή βράδυ·
κεντάς ένα παλιό σκοπό
πάνω σ’ αλλιώτικο σκοτάδι
και να σ’ ακούω δεν μπορώ
και το σκοτάδι μ’ αγκυλώνει·
και μόνο μες στο νου σου ζω –
όπως στη ηλιαχτίδα η σκόνη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου