Κυριακή 7 Ιανουαρίου 2018

Γιώργος Κοροπούλης: Εν τέλει




Στήθος βαθύ περιστεριού
άλλοτε χάραζεν ο τόπος·
είχα την όψη αγοριού
κι ήταν δικός σου όλος ο κόπος

Μετά σκοτείνιασε ο καιρός
κι έπρεπε εγώ να ξαγρυπνήσω
κι όπως την κάφτρα ο φρουρός
μες στις παλάμες να σε κρύψω.

Μα ήταν σα να περπατώ
κι όλο να βρίσκεσαι πιο πέρα –
κι όπως ο πάγος στο ποτό
όλο να λιώνεις στον αέρα…

Τώρα δεν ξέρω να σου πω
αν είναι χάραμα ή βράδυ·
κεντάς ένα παλιό σκοπό
πάνω σ’ αλλιώτικο σκοτάδι

και να σ’ ακούω δεν μπορώ
και το σκοτάδι μ’ αγκυλώνει·
και μόνο μες στο νου σου ζω –
όπως στη ηλιαχτίδα η σκόνη.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου