Τρίτη 25 Οκτωβρίου 2016

Βασίλης Πανδής: Ψηλαφώντας ονειρώξεις


Στερεύουν οι ώρες
Στενεύουν οι τόποι

Ξανθαίνει ο πειρασμός,
ακέραιος ακέρατος ακήρατος,
καθώς ποδοπατούνται οι μέρες·
οι νύχτες σαπφειραίνουν
με των εραστών τα χάδια

Πόσες ελπίδες έφερεν η αυγή
και πόσες έτσι σκιάστηκαν

Ο Ιούλιος μαραγκιάζει
στις φωτογραφίες
με την αρχαία του
πλάτη

Οι σειρήνες γυρεύουν
το τιμόνι
το στημόνι
τη μόνη διαφυγή

Όλες οι γυναίκες πέφτουν
ζητώντας τ' αδράχτι
της μνημοσύνης,
με τσεκούρι κρυφό
κάτω απ' τον ώμο

Κανένας ουρανός
για τον ηττημένο και την αυταπάτη του,
που δεν θα πάρει σάρκα

Καμία γη
για την αγνεία
που δεν θα πάρει η σάρκα

το θείο σκουλήκι με τη λατρεία του
η Ποίηση με τις προφητείες και τις σοφιστείες

Ασπρόμαυρος υπνόσακος·
ασπρόμαυρη ανία·
την καταλαμβάνω,
ψιθυρίζοντας
ξένες γλώσσες·
στα μέτρα των αντιφάσεων·

με το γδύμα
το καινούργιο σώμα

Τι Σιρόκος τι Γαρμπής
Τι Λίβας τι Λεβάντες

Όλες οι γυναίκες πέφτουν
και κρατάν στα σκέλια
τα λουλούδι' αμύριστα,
ίδιες οι διεκδικήσεις της Μεσογείου

Πυκνώνει το αίμα,
όταν εξαντλείται να γυρνά και να γυρνά
και να γυρνά
αδιάκοπα στις ίδιες φλέβες

Αδειάζει από αίμα
η φωνή
γίνεται κίνδυνος·
κίνδυνος, τ' αψηλά πατώματα·
κίβδηλος κίνδυνος, τα λιοπύρια,
και κυνήγι

Στενεύουν οι ώρες
Στερεύουν οι τόποι



Δημοσιεύτηκε στο τρίτο τεύχος του περιοδικού "ανθρώπινο"

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου