Παρασκευή 10 Μαΐου 2019

Δ.Π. Παπαδίτσας: Ερμηνεία πρώτη (Ι)




Ι

Μέσα σ' ένα όνειρο μπόρεσα κι έγινα γίγαντας μιας ενάρετης θέας
Το χέρι μου έμαθε τη σαγήνη του βάρους και το ξάγναντο της ελαφράδας
Ήρθαν μυστικά όλων των χρωμάτων κι όλων των φωνών που μετά βίας τα συγκράτησα
Διότι γύρευαν να με θανατώσουν σε στάση παρηγορίας
Και διότι ακόμη τα δοξαστικά τους αρώματα με ήθελαν γύρη τους κι εγώ δεν ξέρω πότε κι από ποιον άνεμο σκορπισμένη πάνω στις άλλες γύρινες προετοιμασίες

Ήμουν συντετριμμένος και σκουλήκι μπρος στην αγάπη, που σε στιγμές ηρεμίας προφήτευε βίους ενάρετους και νύχτες έναστρες εντός μου να με απολυτρώνουν από το βάρος της ταπεινής πράξης που σφραγίζει το στόμα κάθε μεγαλείου

Πολλές φορές χωρίς να το περιμένω η ματιά του Ιωάννη σαν αξίνα μ' έσκαβε κι ύστερα το αδύνατο χέρι του που θέριζε αστραπές
Μου 'ριχνε μερικούς ταπεινούς σπόρους
Έτσι από μέσα μου ξεπετάχτηκαν τόσα δάση και τόσα θηρία που ταιριάζουν στα δάση
Κι όλα τα μυστικά του θεού που τα γέννησαν δάση

Τώρα μπορώ να σας ρίξω μια ματιά σαν κεραυνός που καίει ένα βοσκό
Και να δείτε μια στιγμή την όψη μου
Να με δείτε στον ύπνο σας εαυτό σας γεμάτο συντριβή για το κακό που έκαμε στον πλησίον και σήμερα απελπιστικά μετανιώνει

Τώρα μπορώ να σας προσκαλέσω γιατί κι εγώ όσο ήμουν τιποτένιος έκρυβα το πρόσωπό μου


ΔΥΟ ΕΡΜΗΝΕΙΕΣ (1966)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου