Τώρα, στη βάρκα οπού κι αν μπεις αδεία θα φτάσει
Εγώ αποβλέπω· σ' έναν μακρύ θαλασσινό Κεραμεικό
Με Κόρες πέτρινες και πού κρατούν λουλούδια. Θα 'ναι νύχτα και
Αύγουστος
Τότε πού αλλάζουν των αστερισμών οι βάρδιες. Και τα βουνά
ελαφρά
Γιομάτα σκοτεινόν αέρα στέκουν λίγο πιο πάνω άπ' τη γραμμή του
ορίζοντα
Όσμές εδώ ή εκεί καμένου χόρτου. Και μια λύπη άγνωστης γενεάς
Πού από ψηλά
κάνει ρυάκι πάνω στην αποκοιμισμένη θάλασσα
Λάμπει μέσα μου κείνο πού αγνοώ. Μα ωστόσο λάμπει
"Αχ ομορφιά κι αν δεν μου παραδόθηκες ολόκληρη ποτέ
Κάτι κατάφερα να σου ύποκλέψω. Λέω: κείνο το πράσινο κόρης
οφθαλμού πού πρωτο-
Είσέρχεται στον ερωτά και τ'άλλο το χρυσό, πού δπου κι αν το
τοποθετείς ίουλίζει.
Τραβάτε τα κουπιά οί στα σκληρά εθισμένοι. Να με πάτε κεϊ πού
οι άλλοι παν
Δε γίνεται. Δεν έγεννήθηκα ν'ανήκω πουθενά
Τιμαριώτης τ'ούρανοϋ κει πάλι ζητώ ν'αποκατασταθώ
Στά δίκαια μου. Το λέει κι ό αέρας
^Από μικρό το θαύμα είναι λουλούδι και άμα μεγαλώσει θάνατος
Αχ ομορφιά συ θα με παραδώσεις καθώς ό Ιούδας
Θα 'ναι νύχτα και Αύγουστος. Πελώριες άρπες που και πού
θ' ακούγονται και
Με το λίγο της ψυχής μου κυανό ή Όξω Πέτρα μέσ'άπό τη μαυρίλα
Θ'αρχίσει ν'αναδύεται. Μικρές θεές, προαιώνια νέες
Φρύγισσες ή Λυδές με στεφάνι άσημ'ι και με πρασινωπά πτερύγια
γύρω μου άδοντας θα συναχτούν
Τότε πού κα'ι του καθενός τα βάσανα θα εξαργυρώνονται
Χρώματα βότσαλου πικρού: τόσα
Με περόνες πόνου όλες σου ο! αγάπες: τόσα
Του βράχου ή τύρφη και του άφραχτου ύ'πνου σου ή φρικαλέα
ραγισματιά: δυο φορές τόσα
"Ωσπου κάποτε, ό βυθός μ' δλο του το πλαγκτόν κατάφωτο
Θ'αναστραφεί πάνω από το κεφάλι μου. Κι αλλά ως τότε
άνεκμυστήρευτα
Σάν μέσ'άπό τη σάρκα μου ιδωμένα θα φανερωθούν
Ιχθείς του αιθέρος, αίγες με το λιγνό κορμί κατακυμάτων
κωδωνοκρουσίες του Μυροβλήτη
Ενώ μακριά στο βάθος θα γυρίζει ακόμα ή γη με μια βάρκα μαύρη
κι άδεια χαμένη στα πελάγη της.
Πηγή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου