we had goldfish and they circled around and around
in the bowl on the table near the heavy drapes
covering the picture window and
my mother, always smiling, wanting us all
to be happy, told me, 'be happy Henry!'
and she was right: it's better to be happy if you
can
but my father continued to beat her and me several times a week while
raging inside his 6-foot-two frame because he couldn't
understand what was attacking him from within.
my mother, poor fish,
wanting to be happy, beaten two or three times a
week, telling me to be happy: 'Henry, smile!
why don't you ever smile?'
and then she would smile, to show me how, and it was the
saddest smile I ever saw
one day the goldfish died, all five of them,
they floated on the water, on their sides, their
eyes still open,
and when my father got home he threw them to the cat
there on the kitchen floor and we watched as my mother
smiled
***
Είχαμε κάτι χρυσόψαρα που γυρνούσαν γύρω γύρω
μες στη γυάλα, πάνω στο τραπέζι, κοντά στις βαριές κουρτίνες,
που κάλυπταν το μ' ανεμπόδιστη θέα παράθυρο· και
η μάνα μου, πάντα χαμογελαστή, που μας ήθελε όλους
χαρούμενους, μου είπε: «να 'σαι χαρούμενος, Χένρυ!»
Κι είχε δίκιο: είναι καλύτερο να 'σαι χαρούμενος - αν
μπορείς
Μα ο πατέρας μου συνέχιζε να τη χτυπάει κι εκείνη, αλλά κι εμένα πολλές φορές
τη βδομάδα, καθώς
ήταν βουτηγμένος στη μανία σύγκορμοςκαι το ίσαμε 1,88 μπόι του όλο δεν μπορούσε
να αντιληφθεί τι του επετίθετο από μέσα
Η μάνα μου, φτωχά μου ψαράκια,
θέλοντας να 'ν' χαρούμενη κι η ίδια -χτυπημένη δυο ή τρεις φορές
τη βδομάδα, να μου λέει να 'μαι χαρούμενος εγώ:
«Χαμογέλα, Χένρυ!
Γιατί δε χαμογελάς ποτέ;»
Και τότε θα χαμογελούσε για να μου δείξει πώς· κι ήταν το
πιο θλιμμένο χαμόγελο που 'χω ιδεί ποτές
Μια μέρα τα χρυσόψαρα ψοφήσαν -και τα 5 τους·
επέπλεαν στο νερό, με τις σκιές τους και τα
μάτια τους ακόμα ανοιχτά
Και όταν ο πατέρας μου ήρθε σπίτι, τα 'ριξε στη γάτα,
εκεί στης κουζίνας το πάτωμα· κι εμείς βλέπαμε, καθώς η μάνα μου
χαμογελούσε
Απόδοση στα ελληνικά:
Βασίλης Πανδῆς
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου