Ο Κωνσταντίνος είναι μια πόρτα.
Είναι ένα πρόσωπο πίσω απ’ την πόρτα.
Είναι μια πόρτα που κλείνει ξαφνικά και σου τσακίζει τα δάχτυλα.
Ο Κωνσταντίνος είναι μια κάμαρα.
Κραυγή κινδύνου σε μιαν άδεια κάμαρα.
Είναι ένα σπίτι σκυθρωπό πού μέσα του καπνίζουν ανεξερεύνητες θρησκείες αιμάτων.
Ο Κωνσταντίνος είναι το αύριο το αύριο το αύριο. (Το αύριο επαναλαμβανόμενο άπειρες φορές).
Ο Κωνσταντίνος χάνεται άμα τον κοιτάξεις κατάματα.
Ο Κωνσταντίνος φανερώνεται άμα τον ονειρευτείς.
Χτυπιέται με τη νύχτα πέφτει απάνω της τυφλός από θυμό κι έτσι γεμίζει με πληγές που συνεχώς αφορμίζουν.
Βασανίζεται με τα πρόσωπα η αοριστία τον δυναστεύει ψηλαφά το κορμί μου το φως του προσώπου μου και τον τσακίζουν ασταμάτητοι λυγμοί.
Ο Κωνσταντίνος είναι ο ήλιος που καθορίζει τον ίσκιο του χορταριού με τη συνεχή κίνησή του.
Ο Κωνσταντίνος είναι ένα κλειστό δάσος σχέδιο χαλιού με βλάστηση αποπνιχτική.
Ο Κωνσταντίνος είναι ο αγώνας με τις κάμαρες και τα πουλιά.
Μιλάει συνεχώς για ένα ποτάμι που θα πλύνει το κορμί του από τα χώματα και τις βρωμιές της γης.
Συνέρχεται από τις αιτίες που ερεθίζουν το αίμα του κι ύστερα κοιμάται.
Ο Κωνσταντίνος έχει πολλές ακαθαρσίες μέσα στη φανταστική του ζωή.
Ο Κωνσταντίνος είναι ένα αμφισβητούμενο γεγονός.
Είναι ένας μισοφαγωμένος κήπος.
Είναι μια σκούρα καταθλιπτική μέρα που ο άνεμος φέρνει σκόνη στα τζάμια.
Φοράει αυτό το χειμωνιάτικο σακάκι και θαρρεί πως συνεχώς μεταμορφώνεται.
Πίσω απ’ το πρόσωπο του Κωνσταντίνου σαλεύει ο άλλος Κωνσταντίνος.
Που καίγεται τις νύχτες σε μια παραφορά φριχτότερη απ’ τα λόγια του.
Οι αυστηροί θεοί τον ακούνε και σκοτεινιάζουν.
Το ξαναλέω ο Κωνσταντίνος είναι ένα σπίτι.
Ένα σπίτι γιομάτο επινοήσεις που χύνονται και σου ξεσκίζουν το κορμί με τα νύχια τους.
Ο Κωνσταντίνος μεταμελείται για πράξεις που ποτέ δεν έγιναν.
Μπερδεύει εκείνο που έκαμε με κείνο που λογάριαζε να κάμει.
Έχτισε πελώρια οικοδομήματα και τα κρατούσε απελπισμένος με τα χέρια του
ώσπου γκρεμίστηκαν και μας τσάκισαν.
Ο Κωνσταντίνος είναι υπεύθυνος για ό,τι συνέβη μέσα μας.
Θρυμματίζεται σ’ ατελείωτες παρακρούσεις φωνάζοντας το πρόσωπό μου σκοτεινή χαράδρα του φεγγαριού. (Το πρόσωπό μου εμένα είναι ίδιο φως).
Ο Κωνσταντίνος είναι τρομαχτικός όταν γδύνεται μια μια τις φλούδες του.
Δεν ξέρω πώς να γαληνέψω τον Κωνσταντίνο.
Ώρες ώρες τον παραστέκει η τρέλα και τα σπλάχνα του φωτίζονται από μέσα σαν να καίει εκεί μια ριζωμένη λάμπα.
Αυτός είναι ο Κωνσταντίνος.
ΤΟ ΑΣΜΑ ΤΗΣ ΙΩΑΝΝΑΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ (1961)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου