Παρασκευή 2 Σεπτεμβρίου 2016

Γιώργος Σεφέρης: Λιμερίκια (επιλογή)




1.

Ήταν ένα πέος στη Δήλο
που ψήλωνε κάτω απ’ τον ήλιο·
όταν τό ειδε φώναξε: «Ω!
αν βρισκόταν εδώ,
με τούτο θα τον τσάκ’ζα στο ξύλο.»

1939



5.

Ήτανε μια Κυρία στο «Βρυντίριον»
που έλεγε σε μια φίλη της: «Μυστήριον
τί έχει πάθει αυτός ο Κύριος
κι έχει δέσει ο αλιτήριος
στα σκέλη του τοιούτον μολυντήριον.»



9.

Ήτανε μια κοπέλα στη Ναμπούλα
που ’χε κρεμάσει στο μουνί της μιαν αμπούλα
και διαλάλα: «Κρύο μπούζι
το πουλάω το καρπούζι,
το πουλάω το καρπούζι με τη βούλα!»

10. 1941



12.

Ήτανε μια κερά στο Μογκαντίσου
που είπε στον άντρα της: «Μαλάκα, ντύσου.
Α δε βρεις κανένα χάπι,
σύρε βρες ένα χασάπη
και πες του να σ’ την κόψει την ψωλή σου.»

10. 1941



13.

Ήτανε μια κερά στη Ζανζιμπάρη
κι ήταν μεγάλο το μουνί της σαν αμπάρι·
σαν εφίλευε κανεί
έλεγε: «Είναι τάχα κει;
έχει φύγει; —Δεν τους παίρνω πια χαμπάρι.»

10. 1941



17.

Ήτανε μια κοπέλα στην Άντρο
κι έπεσε στο μουνί της ένα χάντρο.
Σαν την έπιαναν οίστροι,
ζήταε πούτσο μ’ αγκίστρι
για να βγάλει το χάντρο απ’ τ’ άντρο.

29. 8. 1940



18.

Ήταν ένα παιδόπουλο στο Αίγιο,
κι ένας Λόρδος περνώντας του λέγει: «Ω!
Αν μ’ αφήσεις πριν φύγω,
να σ’ τον κάτσω για λίγο,
θα σε στείλω μετά στο κολέγιο.»



19.

Είδαμε κι ένα[ν] νέο απ’ τη[ν] Καμπάλα
που ανέμιζε το … [=πέος του] σαν πάλα.
Μια Κάφουρα που είχε λόξα,
όταν είδε αυτή τη δόξα
έκραξε: «Είμαι η φοράδα σου. Καβάλα!


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου